Με τις «εικόνες» των Κυρίων της Αυλής της βασίλισσας Αμαλίας καταπιάνεται η Μαρία Κώτσου, το έργο της οποίας τοποθετείται στο σταυροδρόμι διαφορετικών τεχνών: της ζωγραφικής, της φωτογραφίας, της κεντητικής και της ψηφιακής τέχνης του stop motion.
«Οι άνθρωποι αποστρέφονταν και μισούσαν το διαβολικό όργανο
που μπορούσε να πλάθει ένα δεύτερο εαυτό τους
και υποκαθιστούσε έτσι το Θεό,
αλλά και αφαιρούσε από μέσα τους τη δύναμη τους,
για να τη δώσει στο διαβολικό ομοίωμά τους [την φωτογραφία].»
Μ.Γ. Μερακλής, «Φωτογραφικά», Λαογραφικά ζητήματα, Αθήνα 1989
Πέρα από την πρώιμη ελληνική προσωπογραφία που αρχίζει να αναπτύσσεται τα πρώτα μεταεπαναστατικά χρόνια, το προνόμιο της πιστής αναπαράστασης του προσώπου φέρνει ένα βήμα πιο κοντά η φωτογραφία με τη διάδοση της νταγκεροτυπίας (ή δαγγεροτυπίας), της πρώτης εμπορικής απεικονιστικής τεχνικής που εισήγαγε το 1839 ο Γάλλος ζωγράφος Louis Daguerre.
Η φωτογραφία, στο ξεκίνημά της στην Ελλάδα το α’ μισό του 19ου αι., προκαλεί αισθήματα μαγείας και μυστηρίου. Τα πρώτα δαγγεροτυπικά πορτρέτα, όπως επίσης η πρώιμη διδασκαλία της νταγκεροτυπίας στο Σχολείο των Τεχνών (πρόδρομος της Α.Σ.Κ.Τ.), συνδέονται με το όνομα του Γάλλου Philibert Perraud [1815 - (;)]1, ο οποίος φτάνει στην Αθήνα γύρω στα τέλη του 1846. Η τέχνη του Perraud εντυπωσιάζει την βασίλισσα Αμαλία, η οποία το 1847 τον προσκαλεί στο Παλάτι για να το φωτογραφίσει.
Στις πρώτες δαγγεροτυπίες του Perraud ανήκει και το ομαδικό πορτρέτο των Κυριών των Τιμών που συντροφεύουν την Αμαλία και φροντίζουν για την τήρηση του πρωτοκόλλου. Εκτός από εκείνες που έχουν ταξιδέψει μαζί της από το Ολδεμβούργο, ξεχωριστό ρόλο στην καρδιά και στην Ακολουθία της βασίλισσας έχουν οι γυναίκες που προέρχονται από ιστορικούς Οίκους αγωνιστών του 1821. Ως Επίτιμες Κυρίες, και ιεραρχικά ανώτερες από τις υπόλοιπες, φορούν τις ενδυμασίες της ιδιαίτερης πατρίδας τους.
Αρκετά χρόνια αργότερα, σε φωτογραφία του 1912 απαθανατίζονται οι Κυρίες και δεσποινίδες του Λυκείου των Ελληνίδων ως simulacra2 των Κυριών της Αυλής της Αμαλίας. Τα πρόσωπα συντάσσονται σε ένα είδος θεατρικής διευθέτησης tableau vivant, ενδεδυμένα με τα «εθνικά» ενδύματα, «ως έφεραν αυτά αι κυρίαι της Αυλής της Αμαλίας», γράφει η εφημερίδα Εμπρός στις 7/1/1912. Το στυλιζαρισμένο στιγμιότυπο είναι από την εορτή της Πήττας στο Δημοτικό Θέατρο.
Έστω κι αν η «εικόνα» δεν ταυτίζεται με την πραγματικότητα, αλλά την προσομοιώνει, έστω κι αν είναι σκηνοθετημένη, από άλλα πρόσωπα, με άλλα ενδύματα, έστω κι αν πρόκειται περισσότερο για αναπαράσταση του παρελθόντος στο τότε παρόν, εν τέλει οι Κυρίες και δεσποινίδες του Λυκείου των Ελληνίδων περνούν τα πρόσωπα που παριστάνουν στην ιστορική συνείδηση, ενώ η ίδια η φωτογραφία –όπως κάθε φωτογραφία- «επιζεί του θανάτου, για να μας θυμίζει» (Μερακλής 1989).
- 1. «Ήλθεν κατ' αυτάς εις τας Αθήνας επιτήδειός τις Γάλλος Ζωγράφος, και όσοι είδον έργα αυτού ευχαριστήθησαν πολύ˙ τούτον ευηρεστήθη να παραγγείλη η Α.Μ. η Βασίλισσα ημών να ζωγραφίση την εικόνα του Β. Παλατίου, διά να προσφέρη αυτήν εις τήν Α.Υ. τον ΠρίγκηπαΛουϊπόλδον, ενταύθα διαμένοντα». Ταχύπτερος Φήμη, 16 Δεκεμβρίου 1846.
- 2. «simulacrum, i, οὐ. (ἐκ τοῦ simulo, ὠς lavacrum ἐκ τοῦ lavo) εἰκών, εἴκασμα, ὁμοίωμα, ἀφομοίωμα, ἀπείκασμα, μίμημα. 2) εἰκών, εἴδωλον, φάσμα, (ἐν ὕδατι, κατόπτρῳ, ὕπνῳ κ.τ.λ.) 3) κατʹ ἐξοχήν· ἡ εἰκών, τὸ ἄγαλμα.» στο Λεξικόν λατινοελληνικόν / το μεν πρώτον συνταχθέν και εκδοθέν υπό του εκ Βρέμης της Γερμανίας Ερρίκου Ουλερίχου, είτα δε το δεύτερον τρίτον και τέταρτον επεξεργασθέν και πλουτισθέν λέξεσι και σημαινομένοις υπό Στεφ. Α. Κουμανούδη, Εν Αθήναις, Παρά τοις εκδόταις Κ. Αντωνιάδη Σ. Κ. Βλαστώ, 1884, σελ. 369
Τις Κυρίες της Αυλής της Αμαλίας με εκείνες του Λυκείου των Ελληνίδων συνδέει κυριολεκτικά και μεταφορικά με το έργο της η Μαρία Κώτσου. Μέσα από την εικονική ύφανση των δύο φωτογραφικών απεικονίσεων ενώνει με τον δικό της ιδιότυπο τρόπο τα κομμάτια δύο διαφορετικών εποχών. Κεντώντας επίσης τις εικόνες σε σημεία που είναι σημαίνουσας σημασίας για το ένδυμα της εποχής, επιχειρεί να καταστήσει εικαστικά ορατό τον πλούσιο διάκοσμο των ενδυμάτων που φέρουν οι εικονιζόμενες. Παράλληλα, αξιοποιώντας τις μορφοπλαστικές δυνατότητες των νημάτων και τους κεντήματος στο έργο της, δημιουργεί την ψευδαίσθηση μιας τρίτης διάστασης, κάνοντας τόσο τα πρόσωπα όσο και τα ενδύματά τους πιο ζωντανά.
Τα πορτρέτα, τόσο τα ζωγραφικά, όσο και τα φωτογραφικά, αναμφισβήτητα αποτελούν αδιάσειστα ντοκουμέντα της εκάστοτε εποχής. Η εικαστικός όμως κοιτάζει πέρα από την τεκμηριωτική τους αξία και μετατρέπει τις «εικόνες» των προσώπων σε κεντημένα έργα τέχνης «αναμνηστικού ύφους». Στα έργα της χρησιμοποιεί συχνά τις τεχνικές του κεντήματος, της υφαντικής και άλλων συγγενών πρακτικών για να υπογραμμίσει την ανάγκη της διαφύλαξης των λαϊκών χειροτεχνικών πρακτικών. Εν προκειμένω ωστόσο χρησιμοποιεί «παραδοσιακές» τεχνικές και υλικά σε συνδυασμό με σύγχρονες εικαστικές μεθόδους, όπως αυτές του stop motion animation, θολώνοντας τις διαφορές που υπάρχουν μεταξύ «παραδοσιακού» και σύγχρονου. Έτσι, χάρη στις γρήγορες εναλλαγές του animation, το κέντημα, -μια κατά βάση χρονοβόρα διαδικασία-, εκτελείται με ταχύτατους ρυθμούς.
Εν τέλει, η Κώτσου αναδεικνύει τους τρόπους με τους οποίους η σύγχρονη τέχνη συχνά οικειοποιείται τις «παραδοσιακές» τέχνες ή εμπλέκεται με μια πληθώρα «παραδόσεων», συμβάλλοντας τρόπον τινά στην επί ίσοις όροις συνύπαρξη των τελευταίων με τις τέχνες του Υψηλού και των Καλών Τεχνών.
Η Τάνια Βελίσκου σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Α.Π.Θ., λαμβάνοντας υποτροφίες από το Κληροδότημα Τσαγκαδά για την επίδοση στα προγράμματα Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας. Με υποτροφία του Ιδρύματος «Μαρίας Χειμαριού» πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές εξειδίκευσης στη Μουσειολογία στο Τμήμα Μουσειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Leicester του Ηνωμένου Βασιλείου.
Έχει συμμετάσχει σε ερευνητικά προγράμματα του Α.Π.Θ. που αφορούν στην τεκμηρίωση και διαχείριση ενδυματολογικών συλλογών, καθώς και σε επιτόπιες λαογραφικές έρευνες στη Β. Ελλάδα. Εργάζεται ως επιμελήτρια στο Μουσείο Ιστορίας της Ελληνικής Ενδυμασίας του Λυκείου των Ελληνίδων, με κύρια καθήκοντα την εκπόνηση μουσειολογικών μελετών, τον μουσειογραφικό σχεδιασμό και την επιμέλεια των θεματικών εκθέσεων. Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ενδυμασιολογίας.
Μαρία Κώτσου
Μαίρη Θηβαίου
Βαλέρια Μακρή
Ηλέκτρα Σταμπούλου
Πέννυ Σακκοπούλου - Βαλταζάνου
Ζωή Κόνα
Νίκος Σαριδάκης
Τάνια Βελίσκου
το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και την Επιμελήτρια Ανδρονίκη Μαρκασιώτη, το Πελοποννησιακό Λαογραφικό Ίδρυμα «Β. Παπαντωνίου», την Πρόεδρό του, Ιωάννα Παπαντωνίου, και την Υπεύθυνη των Συλλογών, Αγγελική Ρουμελιώτη, τις Εκδόσεις «Λούση Μπρατζιώτη»