Στη λογική της αναζήτησης της λεξ-ιστορίας του «Χορού του Ζαλόγγου», όπως έμεινε γνωστή η εκούσια κατακρήμνιση των γυναικών από το Σούλι στον Αχέροντα, κινείται το ντοκιμαντέρ της Μαριλένας Αλιγιζάκη.
Το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εντάσσεται το γεγονός και γεννήθηκε η έκφραση αφορά στους αγώνες του πληθυσμού των έντεκα χωριών που αποτελούσαν τη λεγόμενη «Σουλιώτικη Συμπολιτεία» κατά του Αλή Πασά γύρω στα 1803, οι οποίοι -αν και προτάσσονται του 1821- θεωρείται ότι αποτέλεσαν το προοίμιο του Αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας.
Ως πράξη αυτοκτονίας ή αυτοχειρίας, η πτώση των Σουλιωτισσών από το Ζάλογγο, όπως και η θανάτωση των παιδιών τους, περιγράφεται από αυτόπτες μάρτυρες, περιηγητές που ταξίδεψαν στο Σούλι, -όπως οι J. Bartholdy1 και W.M. Leake2-, αλλά και ιστορικούς, με πρώτο τον Χριστόφορο Περραιβό3. Γλαφυρότατη επίσης είναι η διήγηση του Τούρκου αυτόπτη µάρτυρα Σουλεϊµάν αγά, αξιωματικού στην υπηρεσία του Αλή Πασά, που παραθέτει στην ιστορική μνήμη ο εξισλαμισμένος Γάλλος μισθοφόρος Ibrahim Manzour efendi4.
Λημματο-γραφώντας πάλι την ιστορία του «Χορού του Ζαλόγγου» σε νεότερα ερμηνευτικά και εγκυκλοπαιδικά Λεξικά, όπως στου Γ. Μπαμπινιώτη5 ή στην «Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Χορού»6, διαπιστώνει κανείς ότι είναι δύσκολο να εντοπίσει σε ένα λήμμα τις ποικίλες «ερμηνείες» με τις οποίες (επ)ενδύθηκε η φράση στο πέρασμα των χρόνων· ερμηνείες που μάλιστα στις μέρες μας φθάνουν μέχρι στο να χρησιμοποιείται η εν λόγω η έκφραση ως ιδιωτισμός για να δηλώσει την ολοκληρωτική καταστροφή.
Από λήμμα σε λήμμα, αλλά και από άρθρο σε άρθρο, η εννοιολόγηση του «Χορού του Ζαλόγγου» ανακυκλώνεται, μέχρι που καταγράφεται και ως περίπτωση «πλαστού» χορευτικού γεγονότος, συνδεδεμένου με το δημοτικοφανές τραγούδι «Έχε γεια καημένε κόσμε…».
Στο χορευτικό λεξι-λόγιο του Λυκείου των Ελληνίδων, ο «Χορός του Ζαλόγγου» είναι ένα είδος συρτού, ο οποίος πρωτοεμφανίζεται στα «Ανθεστήρια» που οργανώνει ο φορέας το 1911 στο Ζάππειο. Τον επόμενο χρόνο παρουσιάζεται ως θεατρική αναπαράσταση στο Διεθνές Συνέδριο των Ανατολιστών και μετά πάλι το 1930, ως χορευτικό γεγονός προς τιμήν των γυναικών του Σουλίου στους εορτασμούς της Εκατονταετηρίδας από την Ελληνική Επανάσταση στο Στάδιο, έως ότου εδραιώνεται στο ρεπερτόριό του ως χορευτική πράξη.
Στην πορεία των χρόνων, ωστόσο, ο «Χορός του Ζαλόγγου» δεν έχει πάψει να εξυμνείται και απαθανατίζεται ποικιλοτρόπως στην τέχνη και αλλού, αλλά και να ανασύρεται ως πρότυπο γυναικείου ηρωισμού.
- 1. «Καμιά εκατοστή απ’ αυτούς τους δυστυχισμένους είχαν αποτραβηχτεί βόρεια της Πρέβεζας στο Μοναστήρι του Ζαλόγγου. Τους επιτέθηκαν εκεί θεωρώντας ότι τάχα αυτή η τοποθεσία, πράγματι ισχυρή, θα μπορούσε να τους προσφέρει ένα νέο τόπο μόνιμης διαμονής, όπου και η σφαγή που ακολούθησε υπήρξε φρικτή. Τριάντα εννέα γυναίκες γκρεμίστηκαν από τα βράχια με τα παιδιά τους που μερικά ακόμη βύζαιναν.» (Jakob Ludwig Salomon Bartholdy, «Bruchstücke zur nähern Kenntniss des heutigen Griechenlands, gesammelt auf einer Reise … im Jahre 1803-1804.», Erster Theil. Mit neun illum. Kupfern (von Gropius) mit Vignetten und Musikbeilagen. Berlin, 1805)
- 2. «Περίπου 100 οικογένειες είχαν αποτραβηχτεί στο μέρος αυτό από το Σούλι και την Κιάφα, με συνθήκες και ζούσαν στο λόφο ανενόχλητες ώσπου έπεσε το Κούγκι. Τότε επειδή τάχα η περιοχή αυτή ήταν περισσότερη οχυρή ξαφνικά τους επιτέθηκαν με διαταγή του Βεζίρη. Όταν η κατάσταση έγινε απελπιστική ο Κίτσος Μπότσαρης και ένα τμήμα του διέφυγαν. Από τους υπολοίπους, 150 σκλαβώθηκαν και 25 κεφάλια στάλθηκαν στον Αλβανό Μπουλούκμπαση στην Καμαρίνα που διεύθυνε τις επιχειρήσεις, 6 άνδρες και 22 γυναίκες ρίχτηκαν από τα βράχια από το ψηλότερο σημείο του γκρεμνού, προτιμώντας έτσι παρά να πέσουν ζωντανοί στα χέρια των εχθρών τους. Πολλές γυναίκες που είχαν παιδιά, τις είδαν να τα ρίχνουν με δύναμη προτού εκείνες κάνουν το μοιραίο πήδημα.» (William Martin Leake, «Travels in Northern Greece», Λονδίνο:1835, vol. A΄, p. 246;)
- 3. «Αι γυναίκες δε κατά την δευτέραν ημέραν βλέπουσαι ταύτην τη κτηνώδη περίστασιν, εσυνάχθησαν έως εξήκοντα, επάνω εις έναν πετρώδη κρημνόν. Εκεί εσυμβουλεύθησαν και απεφάσισαν ότι καλύτερα να ριφθούν κάτω από τον κρημνόν διά να αποθάνουν, πάρεξ να παραδοθούν διά σκλάβες εις χείρας των Τούρκων. Όθεν αρπάξαντες με τας ιδίας των χείρας τα άκακα και τρυφερά βρέφη, τα έρριπτον κάτω εις τον κρημνόν. Έπειτα αι μητέρες πιάνοντας η μία με την άλλη τα χέρια τους άρχισαν και εχόρευαν, χορεύουσαι δε επηδούσαν ευχαρίστως μίαν κατόπιν της άλλης από τον κρημνόν. Μερικαί όμως δεν απέθανον, επειδή έπιπτον επάνω εις τα παιδία των και τους συντρόφους, των οποίων τα σώματα ήταν καρφωμένα πάνω εις τες μυτερές πέτρες του κρημνού.» (Χριστόφορος Περραιβός, «Ιστορίας του Σουλίου και της Πάργας», β εκδ., Αθήνα, 1857;)
- 4. «[…] πιάστηκαν από τα χέρια κι άρχισαν ένα χορό, που τα βήματά του τα κινούσε ένας ασυνήθιστος ηρωισμός και οι αγωνία τού θανάτου τόνιζε το ρυθμό του. Στο τέλος των επωδών, οι γυναίκες βγάζουν μία διαπεραστική και μακρόσυρτη κραυγή, που ο αντίλαλός της σβήνει στο βάθος ενός τρομακτικού γκρεμού, όπου ρίχνονται μαζί με όλα τα παιδιά τους.» (Samson Cerfberr (Ibrahim Mansur Effendi), «Mémoires sur la Grèce et l’Albanie Pendant le Gouvernement d’Ali-Pacha», Paris, J.N. Barba, 1828;)
- 5. Ζάλογκο (το) {Ζαλόγγου} βουνό της Ηπείρου· ΦΡ. Χορός του Ζαλόγκου (ο), ηρωική πράξη αυτοθυσίας γυναικών από το Σούλι τον Δεκέμβριο του 1803, οι οποίες προτίμησαν να πέσουν από τον βράχο του Ζαλόγκου στον γκρεμό μαζί με τα παιδιά τους, παρά να συλληφθούν από τους Τούρκους· σύμφωνα με την παράδοση, η πράξη αυτή έγινε τελετουργικά με τη μορφή κύκλιου χορού. (Γ. Μπαμπινιώτης, Ερμηνευτικό Λεξικό, 1998)
- 6. Ζαλόγγου (χορός του -) , «Περίσταση όπου, κατά μία παράδοση, γυναίκες από το Σούλι έπεσαν χορεύοντας στο γκρεμό για να γλυτώσουν την αιχμαλωσία από τους Τούρκους». (Εγκυκλοπαίδεια του Ελληνικού Χορού, Αθήνα 1995)
Με σημείο εκκίνησης, λοιπόν, τις κορυφές του Ζαλόγγου, η εικαστικός επιδίδεται ως σύγχρονος flâneur σε μια αισθητηριακή περιπλάνηση in situ, με πρόθεση να προ(σ)χωρήσει σε μια σύνεγγυς «ανάγνωση» των στοιχείων που συνθέτουν την ιστορία του «Χορού του Ζαλόγγου». Συνακόλουθα, προσκαλεί τον θεατή να περιηγηθεί (δι)ερευνητικά στο πεδίο. Σκόπιμα επιλέγεται το drone, όχι για να προσφέρει μια βόλτα στη γεωμορφολογία του φυσικού τοπίου του Ζαλόγγου, αλλά ως σύγχρονη μηχανή «όρασης» που παρακολουθεί από «απόσταση» και επιχειρεί «προσγείωση» στον χώρο και στον χρόνο, αποτολμώντας την ίδια στιγμή μια αναστοχαστική «προσέγγιση» στο ιστορικό παρελθόν.
Στην οπτική εμπειρία προσθέτει μια «επινοημένη» ανθρώπινη φιγούρα που πλανάται ως φαντασιακή ύπαρξη στο τοπίο. Δανείζεται μάλιστα τη φορεσιά που συχνά χρησιμοποιείται στις επιτελέσεις ως Σούλι προκειμένου να δημιουργήσει την παρουσία ενός «ζωντανού» ομοιώματος αυτού που φανταζόμαστε ή τουλάχιστον έχει επικρατήσει ως γνώριμη τοπική «ταυτότητα». Οι συχνοί αντικατοπτρισµοί δίνουν την αίσθηση άλλοτε του ειδώλου και άλλοτε της σκιάς του, αναδεικνύοντας έτσι τη σημασία των «εικόνων» ως αντικαθρέφτισμα ή αντανάκλαση της «πραγματικότητας». Χρησιμοποιώντας πάλι το εφέ του dissolve, όπου πλάνα με γυναίκες «εν χορώ» διαλύονται αργά ή/και διεισδύουν μέσα σε άλλα, δημιουργεί μεταφορικά μια άλυσο σημαινόντων γύρω από τον «μύθο» του χορού και την πράξη του χορεύειν.
Κι ενώ διολισθαίνει σε διαδικασίες του φαντασιακού, την ίδια στιγμή, μέσα από την παρεμβολή του λόγου της Καθηγήτριας της Ανθρωπολογίας του Χορού Ρένας Λουτζάκη που διερευνά το στοιχείο του χορού του Ζαλόγγου, καθώς και μέσα από την παράθεση ποικίλων αναπαραστάσεων αυτού στα διάφορα πεδία, προσδίδει στο έργο της ιδιότητες ενός φιλμ τεκμηρίωσης (documentary). Όπως ακριβώς και ο «Χορός του Ζαλόγγου» που κινείται ανάμεσα στο ιστορικό και το μυθικό.
Τελικά…Υπήρξε, δεν υπήρξε [ενν. ο «Χορός του Ζαλόγγου»]…πάντως κάποιες τον χόρεψαν.
Η Τάνια Βελίσκου σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στο Α.Π.Θ., λαμβάνοντας υποτροφίες από το Κληροδότημα Τσαγκαδά για την επίδοση στα προγράμματα Λαογραφίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας. Με υποτροφία του Ιδρύματος «Μαρίας Χειμαριού» πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές εξειδίκευσης στη Μουσειολογία στο Τμήμα Μουσειακών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Leicester του Ηνωμένου Βασιλείου.
Έχει συμμετάσχει σε ερευνητικά προγράμματα του Α.Π.Θ. που αφορούν στην τεκμηρίωση και διαχείριση ενδυματολογικών συλλογών, καθώς και σε επιτόπιες λαογραφικές έρευνες στη Β. Ελλάδα. Εργάζεται ως επιμελήτρια στο Μουσείο Ιστορίας της Ελληνικής Ενδυμασίας του Λυκείου των Ελληνίδων, με κύρια καθήκοντα την εκπόνηση μουσειολογικών μελετών, τον μουσειογραφικό σχεδιασμό και την επιμέλεια των θεματικών εκθέσεων. Είναι μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ενδυμασιολογίας.
Μαριλένα Αλιγιζάκη
Μαριλένα Αλιγιζάκη
Μαίρη Θηβαίου
Γιώργος Μακρής
Αλέξανδρος Σαλής
Ηλέκτρα Σταμπούλου
Μαριλένα Αλιγιζάκη
Πέννυ Σακκοπούλου - Βαλταζάνου
Ρένα Λουτζάκη
Τάνια Βελίσκου
το Μουσείο Μπενάκη, τον Δήμο Λέσβου και το Μουσείο Θεόφιλου, Βαρειά Λέσβου καθώς και τους Βικτώρια Κοντοδήμα και Βασίλη Σαλή